«Εμείς, οι αναγνώστες, είμαστε ανόητοι – οι «New York Times» έκαναν τεράστια γκάφα κάνοντας αναφορά στην κρίση των ελληνοτουρκικών συνόρων», γράφει ο Έλληνας συγγραφέας Απόστολος Δοξιάδης σχολιάζοντας δημοσίευμα της εφημερίδας της 10ης Μαρτίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το επίμαχο άρθρο μιλάει για παράνομες τακτικές των ελληνικών αρχών απέναντι σε πρόσφυγες που περνούν τα ελληνικά σύνορα από τον Έβρο.
Το δημοσίευμα, που υπογράφουν τέσσερις συντάκτες, μιλάει για ένα μυστικό κέντρο όπου κρατούνται μετανάστες και πρόσφυγες προτού σταλούν πίσω στην Τουρκία, χωρίς να τους δοθεί η ευκαιρία να κάνουν αίτηση χορήγησης ασύλου.
Τι αναφέρει ο Απόστολος Δοξιάδης στο άρθρο του προς τους NYT:
«Το να πιστεύετε σ΄ έναν ευγενή σκοπό είναι αξιέπαινο. Το να γράφετε για κάτι, για να διαφωτίσετε τους συνανθρώπους σας για τις υψηλές σας αξίες, είναι ακόμα περισσότερο». υποστηρίζει.
«Υπάρχει ένα μόνο πρόβλημα: αν είστε δημοσιογράφος, πρέπει να βάζετε τα γεγονότα πάνω από τις αξίες – αλλιώς είστε απλός προπαγανδιστής.
Ένας δημοσιογράφος δε μπορεί να διαστρεβλώνει τα γεγονότα για να ταιριάζουν στις απόψεις του. Δεν έχει σημασία πόσο ευγενείς είναι οι απόψεις. Η ευρωπαϊκή, και ιδιαίτερα η ελληνική, κρίση των προσφύγων των τελευταίων ετών, έχει δώσει αρκετό υλικό σε πολλούς ικανούς και ιδεαλιστές δημοσιογράφους για να κάνουν εξαιρετική δουλειά, συνδυάζοντας γεγονότα και αξίες. Δυστυχώς, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τους συντάκτες του πρόσφατου άρθρου των «The New York Times», υπό τον τίτλο:
«Nιώθουμε σαν ζώα» λένε οι πρόσφυγες στον Έβρο – Καταγγελίες για μυστικά κέντρα κράτησης (10 Μαρτίου 2020).
Σε αυτό, οι συντάκτες του άρθρου τσίμπησαν το… δόλωμα συνδέοντας το υλικό που τους τροφοδοτείται από την πολύ αποτελεσματική τουρκική μηχανή προπαγάνδας».
«Ο ιδεαλισμός δεν αποτελεί δικαιολογία για την ακραία αφέλεια»
«Το βασικότερο στοιχείο του άρθρου είναι ότι το ελληνικό κράτος δημιούργησε μία «μυστική τοποθεσία, αλά Γκουαντανάμο, CIA κ.α κατά τη διάρκεια των πολέμων στο Αφγανιστάν και το Ιράν, όπου οι άνθρωποι που αναζητούν πολιτικό άσυλο, αντιμετωπίζονται «σαν ζώα».
«Ο ιδεαλισμός δεν αποτελεί δικαιολογία για την ακραία αφέλεια, την παραπλανητική εξέταση των γεγονότων και, το χειρότερο από όλα, την άγνοια του πλαισίου…»
«Η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι παρά ένα ολοκληρωτικό καθεστώς»
«Έτσι, για παράδειγμα, οι δημοσιογράφοι του άρθρου των «New York Times» θα έπρεπε να έχουν διαβάσει κάπου – αν είναι δημοσιογράφοι και επομένως καλύτερα ενημερωμένοι από τον μέσο άνθρωπο – ότι η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι παρά ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, στο οποίο δεκάδες χιλιάδες αθώοι πολίτες φυλακίζονται είτε χωρίς δίκη είτε μετά από δίκες- παρωδία, και χιλιάδες βασανίζονται απάνθρωπα και τουλάχιστον μερικές εκατοντάδες έχουν βρεθεί, όπως λέει η επίσημη ανακοίνωση, «νεκροί στα κελιά τους».
«Επιπλέον, οι συγγραφείς του άρθρου θα έπρεπε να είχαν συνειδητοποιήσει ότι τα τελευταία χρόνια , τα ΜΜΕ υποτάσσονται στο τουρκικό καθεστώς, υπό το φόβο του αποκλεισμού και της φυλάκισης των ιδιοκτητών και των συγγραφέων όταν ο καθένας που κάνει κριτική στην κυβέρνηση, καταλήγει στη φυλακή. Μεταξύ αυτών, κι ένας τεράστιος αριθμός δημοσιογράφων.
«Η Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων χαρακτήρισε πρόσφατα την Τουρκία ως «τον χειρότερο δεσμοφύλακα» των δημοσιογράφων στον κόσμο»…
«Θα περίμενε κανείς λιγότερη εμπιστοσύνη στις επίσημες τουρκικές πηγές»
«Θα περίμενε κανείς ότι το συγκεκριμένο άρθρο, θα έπρεπε να κάνει τους δυτικούς ιδεαλιστές δημοσιογράφους να δείχνουν λιγότερη εμπιστοσύνη στις επίσημες τουρκικές πηγές και να διερευνούν σε βάθος τις ιστορίες που τους τροφοδότησε το τουρκικό κράτος και οι λειτουργοί του…»
« Όχι τόσο στην περίπτωση του άρθρου «Νιώθουμε σαν ζώα». Αντιθέτως, αναφέρουν την αθωωτική αναφορά των «Τούρκους αξιωματούχων», ως πραγματική πηγή γεγονότων. Λοιπόν, τι γίνεται με αυτό! Αναρωτιέμαι, σύμφωνα με υπάλληλο του Υπουργείου Προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ” ακούγεται σαν πρελούδιο μιας αλήθειας; Όχι όχι, εκτός αν είσαι ηλίθιος ή Ναζιστής».
«Δεν εμπιστεύεστε λειτουργούς καταπιεστικών καθεστώτων ως αξιόπιστες πηγές. Αυτό που κάνει πιο ενοχλητικό το άρθρο είναι ότι οι δημοσιογράφοι παρουσιάζουν την άρνηση από το ελληνικό κράτος των τουρκικών ισχυρισμών προσδίδοντας τους a priori μία μικρότερη δόση αλήθειας. Δεν πρέπει: η Ελλάδα, με όλα τα ελαττώματά της, είναι μια δημοκρατία, με λειτουργικούς ελέγχους και ισορροπίες και κράτος δικαίου, έχει έναν ελεύθερο Τύπο και μια εντελώς ελεύθερη αντιπολίτευση, η οποία μπορεί ελεύθερα να ερευνήσει ή να επικρίνει τις κυβερνητικές ενέργειες – δοκιμάστε αυτό στην Τουρκία και θα καταλήξετε στην φυλακή».
«Η ευπιστία είναι σπάνια αερτή αλλά ποτέ για έναν δημοσιογράφο»
«Θα μπορούσαμε να περιμένουμε από τους δημοσιογράφους που γράφουν σε μια ελεύθερη χώρα, σε μία μεγάλη εφημερίδα, από επαγγελματίες που υποτίθεται ότι έχουν μάθει να σέβονται τις αξίες μιας ανοιχτής κοινωνίας, να γνωρίζουν ότι η καθοδηγούμενη παραπληροφόρηση, τα fake news, η προπαγάνδα-ως αλήθεια και το απλό ψέμα, είναι το στοιχείο ενός ανελεύθερου κράτους και το εμπορικό σήμα της Τουρκίας του Ερντογάν, με τον Σουλτάνο να ισχυρίζεται στους συνεργάτες του ότι είναι «ο μόνος αλάθητος».
(Πρέπει να περιμένουμε μια διαμαρτυρία από το Βατικανό, διερωτώμαι;)
«Λοιπόν, οι δημοσιογράφοι που έγραψαν το άρθρο: «Νιώθουμε σαν ζώα» δεν φαίνεται να το γνωρίζουν πολύ καλά. Η ευπιστία είναι σπάνια αρετή. Αλλά ποτέ για ένα δημοσιογράφο».
Η πηγή του ρεπορτάζ είναι ένα golden boy του τουρκικού κράτους
Ο Απόστολος Δοξιάδης επισημαίνει επισημαίνει επίσης ότι, το επίμαχο άρθρο βασίζεται σε μια (!) πηγή, έναν κύριο που παρουσιάζεται ως « Κούρδος της Συρίας », το όνομα του οποίου αναφέρεται στο άρθρο ως Σόμαρ Ελ Χιουσεγίν, προφανώς δεν είναι το πραγματικό του όνομα. Αλλά η περίπτωση είναι λίγο πιο περίπλοκη.
«Aυτό που διέφυγε της προσοχής των καλών δημοσιογράφων είναι ότι ο κύριος Σομάρ Ελχιουσεγίν, όπως ο ίδιος αναφέρει το όνομά του, σύμφωνα με την τουρκική ορθογραφία, είναι στην πραγματικότητα ένα «golden boy» του τουρκικού κράτους.
Κι ότι, αν και είναι κουρδοσυριακής καταγωγής, είναι Τούρκος πολίτης, ο οποίος παρουσιαζόταν τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία ως ο τέλειος μετανάστης, δείχνοντας τα θαύματα που μπορεί να κάνει η αφομοίωση των μεταναστών και προσφύγων από την τουρκική κοινωνία. Φυσικά, για να είναι «golden boy» του τουρκικού κράτους, σήμερα, σημαίνει να είναι «golden boy» της τουρκικής μηχανής προπαγάνδας ενός αδίστακτου δικτάτορα».
Ποιος είναι ο «φτωχός πρόσφυγας» που επικαλείται το ρεπορτάζ
«Αξίζει να ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά σε αυτόν τον νέο κύριο, τον ίδιο που παρουσιάστηκε στο άρθρο του New York Times ως ένας φτωχός πρόσφυγας προσπαθώντας να έχει μία καλύτερη ζωή στην Ευρώπη, έχοντας ξεφύγει από τη φρίκη του πολέμου στη Συρία».
Το 2017, ο κύριος Ελχιουσεγίν έγινε δεκτός στο πανεπιστήμιο Karamanoglu Mehmetbey, στην πόλη Καραμάν , της νότιας Τουρκίας, για να σπουδάσει μηχανικός σε θέματα ενέργειας, στο πλαίσιο διεθνών ανταλλαγών. Το όνομά του είχε ήδη «τουρκοποιηθεί» από την στιγμή που έδωσε κατατακτήριες εξετάσεις.
Και πολύ σύντομα ξεχώρισε, ως ειδική περίπτωση, ένας άνθρωπος που μπορούσε να εργαστεί υπέρ του κράτους (και για λογαριασμό του).
Στην πραγματικότητα, μόλις ο ίδιος αποφοίτησε, η φίλα προσκείμενη εφημερίδα στον Ερντογάν «Χουριέτ» επέλεξε τον κύριο Ελχιουγιν (ναι, είναι αυτός που στους «New York Times» αναφέρεται ως Αλ Χουσείν ) να παραχωρήσει μια συνέντευξη στις 14 Σεπτεμβρίου του 2017, σχετικά με τα οφέλη του τουρκικού εκπαιδευτικού συστήματος για τους ξένους φοιτητές. Είναι γεγονός ότι δεν προωθείται κανείς από την εφημερίδα «Χουριέτ» εάν δεν είναι φίλος του καθεστώτος Ερντογάν… και δεν υπάρχει υπερβολή εδώ».
…« Στη συνέχεια ο κύριος Ελχιουσεγίν πέρασε το κατώφλι του έγκριτου πανεπιστημίου Maltepe, στην Κωνσταντινούπολη. Από τότε ξεκίνησε να εμφανίζεται ως οργανωτής φοιτητών με χορηγία του κράτους, αλλά και ως τακτικός ομιλητής σε εκδηλώσεις για πρόσφυγες, περνώντας τους την επίσημη γραμμή της τουρκικής κυβέρνησης ότι η χώρα είναι παράδεισος της ελευθερίας. Σύντομα, ανταμείφθηκε για την πίστη του στην τουρκική υπηκοότητα – και όποιος ξέρει κάτι για τους πρόσφυγες, κατανοεί ότι η απόκτηση υπηκοότητας σε λιγότερο από τρία χρόνια, σε οποιαδήποτε χώρα είναι ένα τεράστιο κατόρθωμα, που δείχνει ισχυρό κρατικό ενδιαφέρον».
«Από τότε ο κύριος Ελχιουσεγίν συνέχισε το έργο του ως προπαγανδιστής του τουρκικού κράτους. Είναι φυσικά ένας ειλικρινής εχθρός του συριακού καθεστώτος – και δεν έχω καμία αμφισβήτηση γι ‘αυτό – κι ένας ένθερμος υποστηρικτής των πολεμικών προσπαθειών της Τουρκίας, κάτι που δεν συμμερίζομαι.
Και ειδικά δεν συμμερίζομαι τον αιμοδιψή Ελχιουσεγίν (“Ας κάψουμε όλη τη Συρία!”), ήταν ένα από τα πρόσφατα δημόσια σχόλιά του.
«Η αποστολή του ήταν να οδηγήσει τους μετανάστες στα σύνορα»
«Ο κ.Ελχιουγίν συνέβαλε αποφασιστικά στην οργάνωση της εκστρατείας των προσφύγων και των μεταναστών να διασχίσουν τα ελληνοτουρκικά σύνορα … Εάν ο ίδιος ήθελε να πάει στην Ευρώπη, θα μπορούσε να πάρει αεροπλάνο. Γιατί δεν το έκανε; Επειδή η αποστολή του ήταν να οδηγήσει μετανάστες και πρόσφυγες στα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Με βάση τα όσα έζησε, όπως ο ίδιος δήλωσε, μίλησε σε αληθινούς δημοσιογράφους, για τον τρόπο με τον οποίο τον μεταχειρίστηκαν ως «ζώο», σ’ ένα αστυνομικό τμήμα («η μυστική τοποθεσία» σύμφωνα με το άρθρο).
«Δεν τιμά η ανανέωση της τουρκικής προπαγάνδας»
Ο Απόστολος Δοξιάδης, ολοκληρώνοντας το άρθρο του, επισημαίνει ότι, ως φοιτητής στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, διάβαζε καθημερινά με αφοσίωση τους New York Times «και έμαθα από αυτούς όχι μόνο τα γεγονότα, αλλά μαθήματα επιμέλειας, σκληρή δουλειά στην αναζήτηση γεγονότων και αντικειμενικότητα. Επομένως, σέβομαι την παράδοση αυτής της εφημερίδας πάρα πολύ για να κάνω γενικεύσεις σχετικά με την πρόοδό τους στο χρόνο. Θα τελειώσω λέγοντας ότι το πιο πρόσφατο άρθρο τους: «Νιώθουμε σαν ζώα», το οποίο δεν είναι τίποτα περισσότερο από ανανέωση της τουρκικής προπαγάνδας, δεν τους τιμά. …Οδηγεί σε τόσο αναληθή συμπεράσματα, που εγείρουν ερωτήματα. …
Όσον αφορά τους συγγραφείς του άρθρου, έχω δύο επιλογές: είτε να τους κατηγορήσω για τις προθέσεις τους είτε για την πολύ χαμηλή επαγγελματική τους ικανότητα. Καθώς δεν έχω κανένα στοιχείο για το πρώτο, πρέπει να αποδεχθώ το δεύτερο, να τους κρίνω από την δουλειά τους».