Πρώτος κατέθεσε ο Ιωάννης Τοπαλούδης, ο πατέρας της άτυχης φοιτήτριας, ο οποίος αναφέρθηκε στις αρχές με τις οποίες το ζευγάρι μεγάλωσε το κορίτσι, τις τραγικές ώρες αγωνίας που έζησαν με την εξαφάνισή της και την απέραντη θλίψη που βίωσαν στη συνέχεια, όταν πήγαιναν στο Διδυμότειχο για την κηδεία με το φέρετρο στο αεροπλάνο. Ζήτησε, μάλιστα, από τους συνηγόρους υπεράσπισης των κατηγορουμένων να σταθούν με ευλάβεια στη μνήμη του παιδιού τους, υποστηρίζοντας ότι κανονικά θα έπρεπε στο εδώλιο να κάθονται και οι γονείς των κατηγορουμένων για τον τρόπο που ανέθρεψαν τα παιδιά τους.
Ο συντετριμμένος πατέρας με πόνο καρδιάς δήλωσε: «Η πιο δύσκολη στιγμή ήταν το να αντικρίσεις τα άτομα αυτά που έκαναν αυτά που έκαναν στην Ελένη μας». «Συκοφαντίες και ψέματα ότι είχε δώσει τη συναίνεσή της για συμμετοχή σε ερωτική πράξη. Αφού υπήρξε συναίνεση, γιατί τη δολοφόνησαν, με αυτόν τον τρόπο, τη βασάνισαν με μαχαιριές στον λαιμό και την πέταξαν στη θάλασσα;».
Ο πατέρας της άτυχης φοιτήτριας περιγράφει, μάλιστα, πως σε ένα διάλειμμα της δίκης έκανε μια κίνηση που ξάφνιασε…
«Πρώτος πήγα στους γονείς των κατηγορούμενων και τους έδωσα το χέρι μου. Τους είπα μακάρι να ζωντάνευε το παιδί μας και να μην ήμασταν σε αυτή την κατάσταση». Σύμφωνα με τον πατέρα της Τοπαλούδη, λίγο αργότερα, η γιαγιά του Ροδίτη ψέλλισε: «Συγγνώμη».




