Επιπλέον, ως προς το πρόσωπο του πρώην Υφυπουργού και αργότερα Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Κοντού από την αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων προέκυψε ότι σαφέστατα και εξαρχής αντιτάχθηκε στις διεκδικήσεις της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου συντασσόμενος με τις διαμαρτυρίες και τα αιτήματα των φορέων της Ξάνθης και ασκώντας από κοινού πιέσεις μαζί τους για την επίλυση του προβλήματος της περιοχής.
Ο νυν Γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Ξυνίδης στις 2-4-2001 ως μέλος της «Λιμενικής Επιτροπής του Λάγος» συμμετείχε στην ομόφωνη απόφαση της για την αποχαρακτηρισμό δύο τμημάτων της Ζώνης Λιμένος Λάγος, τα οποία και εν συνεχεία απεδόθησαν στην Μονή.
ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΣ στη Νέα Δημοκρατία, έχοντας τη πλήρη στήριξη του Προέδρου Αντώνη Σαμαρά και της παράταξής του, παραμένει ο βουλευτής Ξάνθης Αλέξανδρος Κοντός!
Αυτό προκύπτει από το πόρισμα της παράταξης της Νέας Δημοκρατίας, στο οποίο μάλιστα γίνεται ξεχωριστή «αναφορά» στους αγώνες του Αλέξανδρου Κοντού κατά της Μονής Βατοπεδίου. Η επισήμανση στη παρακάτω παράγραφο που αναφέρει επί λέξει:
«Επιπλέον, ως προς το πρόσωπο του πρώην Υφυπουργού και αργότερα Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Κοντού από την αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων προέκυψε ότι σαφέστατα και εξαρχής αντιτάχθηκε στις διεκδικήσεις της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου συντασσόμενος με τις διαμαρτυρίες και τα αιτήματα των φορέων της Ξάνθης και ασκώντας από κοινού πιέσεις μαζί τους για την επίλυση του προβλήματος της περιοχής».
Με λίγα λόγια, το πόρισμα της Ν.Δ. «δικαιώνει» τους αγώνες του Αλέκου Κοντού κατά των διεκδικήσεων της Μονής Βατοπεδίου στη περιοχή μας και δυναμώνει την θέση του πλέον μέσα στο κόμμα.
Αντίθετα το Πόρισμα της Νέας Δημοκρατίας, εξαπολύει προσωπική επίθεση στον Γραμματέα του Εθνικού συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ και Βουλευτή Ξάνθης Σωκράτη Ξυνίδη», αναφέροντας τα εξής:
«Θ. Οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των Βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που μετέχουν στην Επιτροπή για την ύπαρξη πολιτικών, αλλά και ποινικών ευθυνών των προαναφερθέντων Υπουργών της Κυβέρνησης της Ν.Δ. συνισταμένων στην πραγματοποίηση των ανταλλαγών, κρίνονται τουλάχιστον αντιφατικοί μετά τις αποκαλύψεις της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» για τον νυν Γραμματέα του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Σωκράτη Ξυνίδη.
Ο νυν Γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Ξυνίδης στις 2-4-2001 ως μέλος της «Λιμενικής Επιτροπής του Λάγος» συμμετείχε στην ομόφωνη απόφαση της για την αποχαρακτηρισμό δύο τμημάτων της Ζώνης Λιμένος Λάγος, τα οποία και εν συνεχεία απεδόθησαν στην Μονή. Για την ομόφωνη απόφασή τους τα μέλη της εν λόγω επιτροπής επικαλέστηκαν την υπ’ αριθμ. 26/98 γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας με την οποία το Συμβούλιο αποφαινόταν για την μη προβολή δικαιωμάτων κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στην νησίδα Αντά – Μπουρού, γνωμοδότηση η οποία υπενθυμίζεται ότι έχει εγκριθεί και γίνει δεκτή με την υπ’ αριθμ. 1007690/610/Α0010/5-2-1999 υπουργική απόφαση του κ. Δρυ.
Η διοικητική περάτωση της ανωτέρω διαδικασίας επήλθε με την έκδοση δύο πρωτοκόλλων παράδοσης – παραλαβής μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και περίοδο των Κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ούτε εκείνη της Νέας Δημοκρατίας, μέχρι δηλαδή τον Οκτώβριο του έτους 2009.
Και καταλήγει το πόρισμα της Νέας Δημοκρατίας στη δεύτερη ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ.
«Αναφορικά με την ύπαρξη πολιτικών ευθυνών έχουμε ήδη προσδιορίσει ειδικότερα το πλαίσιο, στο οποίο, κατά την άποψή μας, κινούνται ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ αυτές, ήτοι από του έτους 1998 μέχρι και σήμερα.
Έτσι εν κατακλείδι συμπεραίνουμε ότι:
Η Λίμνη και οι παραλίμνιες εκτάσεις των 25.000 τ.μ. αποδόθηκαν στην Μονή από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Η πράξη αυτή προκάλεσε οξύ κοινωνικό πρόβλημα στους νομούς Ροδόπης και Ξάνθης.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το 2004, κληρονόμησε το πρόβλημα της Βιστωνίδας, δεν το δημιούργησε.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισε να αποκτήσει και πάλι το Δημόσιο, τη Λίμνη και τις παραλίμνιες εκτάσεις με σκοπό να τα αποδώσει στους αγρότες της περιοχής, οι οποίοι δικαίως διαμαρτύρονταν για τις ενέργειες του ΠΑΣΟΚ.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μη θέλοντας και μη μπορώντας να δώσει χρήματα στην Μονή, επέλεξε την καθόλα νόμιμη μέθοδο της ανταλλαγής ίσης αξίας ακινήτων του Δημοσίου.
Οι Υπουργοί της τότε κυβέρνησης κλήθηκαν να υλοποιήσουν την απόφαση αυτή στηριζόμενοι σε σχετική ομόφωνη γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ.
Η επιλογή της ανταλλαγής αυτή καθ’ εαυτήν, δεν ενέχει κάποια ποινική απαξία, αφού το Δημόσιο επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ είχε παραχωρήσει ανεπιφύλακτα στην Μονή Βατοπεδίου την Βιστωνίδα και τις παραλίμνιες εκτάσεις της.
Αν κατά την διάρκεια της διαδικασίας των ανταλλαγών υπερτιμολογήθηκε η Λίμνη και οι παραλίμνιες εκτάσεις ή υποτιμολογήθηκαν ακίνητα του Δημοσίου, οι υπεύθυνοι γι’ αυτό πρέπει να λογοδοτήσουν στην Δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν ανάλογα.
Όπως προαναφέρθηκε, ηθική αυτουργία των Υπουργών της τότε κυβέρνησης στις πιθανές παράνομες πράξεις υπαλλήλων ή τρίτων δεν μπορεί να νοηθεί, αφού κανένας Υπουργός δεν υπέγραψε απόφαση διαφορετική από τις αλλεπάλληλες γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ. ή απόφαση η οποία παρωθούσε σε παράνομη συμπεριφορά των υπαλλήλων ή τρίτων.
Όλες οι πράξεις των Υπουργών μέχρι τον Σεπτέμβριο 2007, έχουν παραγραφεί σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον νόμο περί ευθύνης Υπουργών που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ τον Δεκέμβριο 2003. Η τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να κριθεί μόνο πολιτικά, αν, δηλαδή, ορθά επέλεξε την πρακτική των ανταλλαγών, ποινική ευθύνη, όμως, δεν μπορεί, συνολικά, να νοηθεί, αφού:
(α) πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να αποδώσει το ταχύτερο την Βιστωνίδα στους αγρότες.
(β) η Λίμνη και οι παραλίμνιες εκτάσεις είχαν παραχωρηθεί – αδιαφιλονίκητα στην Μονή – με αποφάσεις των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.
Οι απολογίες κατηγορουμένων ενώπιον της ανακρίτριας κ. Καλού στον βαθμό που αναιρούν προηγούμενες ένορκες καταθέσεις των ιδίων προσώπων πρέπει να αγνοηθούν παντελώς ως οφειλόμενες στην πρόσφατη διάταξη περί επιείκειας σε όσους κατηγορούμενους «καταδίδουν» Υπουργούς για παραγεγραμμένα αδικήματα.
Η κυβέρνηση ελέγχεται όπως προαναφέρθηκε, για την καθυστερημένη αντίδραση στο θέμα της επανάκτησης των ακινήτων, σύμφωνα με την σχετική γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., την οποία απέρριψε ο κ. Παπακωνσταντίνου και για τις πολιτικές ή άλλες ευθύνες που μπορεί να ανακύπτουν από την απόφασή της αυτή.
Υφίσταται ανεπαρκής διερεύνηση των θεμάτων που προκύπτουν από τις αγοραπωλησίες της εταιρίας TORCASO INVESTMENTS LTD μετά την άρνηση κλήσης των διαχειριστών της και του κ. Άκη Τσοχατζόπουλου στην Επιτροπή.
Υφίσταται ανεπαρκής διερεύνηση των θεμάτων παραχώρησης Δημόσιας Γης στη Μονή Βατοπεδίου μετά την άρνηση κλήσης του Προέδρου και των μελών της Λιμενικής Επιτροπής του Πόρτο Λάγος που μαζί με τον νυν Γραμματέα του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Ξυνίδη, πρώτοι συνέργησαν στην εκχώρηση δημόσιας γης.
Ιζ. Σε κάθε περίπτωση, καταθέσεις προσώπων που φέρονται ως κατηγορούμενοι για την υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου (Μαντέλη) και ελήφθησαν μετά την ψήφιση του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με θέμα «Τροποποίηση του ν.3213/2003 διατάξεων του Ποινικού Κώδικα που αφορούν εγκλήματα σχετικά με την Υπηρεσία και άλλες διατάξεις» δημιουργούν έντονο προβληματισμό για την περαιτέρω αξιολόγησή τους.
Συγκεκριμένα, οι διατάξεις του εν λόγω νομοσχεδίου περί ευνοϊκής μεταχείρισης προσώπων κατά των οποίων έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τις πράξεις των άρθρων 235-261 Π.Κ. υπό την προϋπόθεση της καταγγελίας ατόμων που διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης για συμμετοχή στις ανωτέρω πράξεις τους, γεννά εύλογα ερωτήματα εάν ληφθεί υπόψη η δεδομένη χρονική συγκυρία του πέρατος των εργασιών της παρούσας Εξεταστικής Επιτροπής και της πρότασης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για την σύσταση επιτροπής διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης.
Κατόπιν τούτου, γεγονός είναι ότι καταλείπονται υπόνοιες για μεθοδευμένη κινητροδότηση καταθέσεων – καταγγελιών με κίνητρο την ευνοϊκή ποινική μεταχείριση η οποία σε συνδυασμό και με τις καινοφανείς για τα νομικά δεδομένα απόψεις της Κυβέρνησης περί της στοιχειοθέτησης ηθικής αυτουργίας στο πρόσωπο Υπουργών και Υφυπουργών της Ν.Δ. από μόνη την υπογραφή υπουργικών αποφάσεων και μη παραγραφής της, δικαιολογημένα αφήνει το περιθώριο να χαρακτηριστούν οι ως άνω διατάξεις του νομοσχεδίου τουλάχιστον ως «φωτογραφικές».